Είναι όντως τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου;
Είναι όντως τα Χριστούγεννα στις 25 Δεκεμβρίου;

Στις 25 Δεκεμβρίου οι Χριστιανοί σε όλο τον κόσμο γιορτάζουν τη γέννηση του Χριστού, του Μεσσία, του Υιού του Θεού. Στολισμός δέντρων, Κάλαντα, λειτουργίες, δώρα, γιορτινά τραπέζια και εδέσματα είναι μερικά από τους εορτασμούς της γέννησης του Θεανθρώπου, είναι όμως σωστό και πότε πραγματικά γεννήθηκε ο Ιησούς;

Τα πρώτα χριστιανικά χρόνια οι συνθήκες γέννησης του Χριστού ήταν γνωστές στους περισσότερους που είχαν ακολουθήσει τις διδαχές του, οπότε δεν χρειάστηκε να ζητήσει κανείς να μάθει κάτι που όλοι γνώριζαν. Άλλωστε δεν τους ενδιέφερε πότε και πώς γεννήθηκε ο Χριστός παρά μόνο η διδασκαλία του.

Η γέννηση του Ιησού ως ανθρώπου παρουσιάζεται ως ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στην ιστορία όλης την ανθρωπότητας. Σήμερα, θεωρούμε δεδομένο και αυτονόητο ότι ο Χριστός γεννήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου.

Σύμφωνα με τις αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης, τόσο ο Ιησούς Χριστός όσο και οι μαθητές του δεν γιόρταζαν γενέθλια ανθρώπων, και ο ίδιος ζήτησε ρητά από τους ακολούθους του να τηρούν την ανάμνηση του θανάτου του. (Λουκ. 22:19, 20). Επίσης, οι Ιουδαίοι απέρριπταν τον εορτασμό των γενεθλίων καθώς θεωρούνταν παγανιστική συνήθεια και αυτή τη στάση ακολούθησαν και οι Χριστιανοί κατά τους δύο πρώτους αιώνες της χριστιανικής εκκλησίας.

Ο χρονικός προσδιορισμός της έναρξης εορτασμού των γενεθλίων του Ιησού δεν μπορεί γίνει με βεβαιότητα. Πρώτη φορά τον 3ο – 4ο αιώνα άρχισαν κάποιοι να συζητούν λεπτομέρειες για τους προγόνους του Χριστού και για τις πρώτες μέρες μετά τη γέννησή του.

Σε «Απόκρυφα» κείμενα όπως το «πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου» και το «ευαγγέλιο του Θωμά» περιέχεται η περίληψη τέτοιων συζητήσεων για την ημέρα γέννησης του Χριστού χωρίς όμως επιστημονική αξία. Έτσι σήμερα αν κάποιος θελήσει να ζητήσει πληροφορίες για τη γέννηση του Χριστού μόνο υποθέσεις μπορεί να κάνει με βάση την Αγία Γραφή.

Ο απόστολος Λουκάς είναι ο μόνος ευαγγελιστής που περιγράφει με κάποιες λεπτομέρειες και με αξιοπιστία τη γέννηση του Χριστού. Μας πληροφορεί ότι ο Χριστός γεννήθηκε τη χρονιά της «πρώτης απογραφής πληθυσμών» που είχε διατάξει ο Οκταβιανός Αύγουστος, όταν διοικητής Συρίας ήταν ο Κυρήνιος. (κατά Λουκά β, 1-3). Δεν αναφέρει το μήνα και την ημέρα.

Αλλά ίσως μπορούμε από τις περιγραφές του να βγάλουμε κάποιο συμπέρασμα:
. Η Μαρία και ο Ιωσήφ πήγαν στην πατρίδα τους να «απογραφούν». Η μετακίνησή τους δεν μπορεί να έγινε το χειμώνα.
2. Την νύκτα που γεννήθηκε ο Χριστός, οι βοσκοί αγρυπνούσαν στο ύπαιθρο (κατά Λουκά β,8). Αυτό σημαίνει ότι δεν υπήρχε φόβος για παγωνιά. Ο καιρός ήταν ή ανοιξιάτικος ή θερινός, οπότε αποκλείεται να γεννήθηκε τον κρύο Δεκέμβρη, καθώς τα πρόβατα βρίσκονταν ήδη στα μαντριά τους.

Κάποιοι Παλαιστίνιοι και Σύροι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι ο Χριστός γεννήθηκε τον Οκτώβριο. (Τη θεωρία αυτή την στηρίζουν σε παλαιστινιακά έθιμα της εποχής του Χριστού). Όμως πως είναι δυνατόν να διατάχθηκε «απογραφή πληθυσμών» στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ένα μήνα πριν τον Χειμώνα; Πως θα γινόταν η μετακίνηση προς τη γενέτειρα μέσα στον Οκτώβριο αλλά και η επιστροφή τόσων ανθρώπων, στις αρχές Νοεμβρίου (με τα τόσα καιρικά φαινόμενα); Λογικότερο είναι η απογραφή να έγινε άνοιξη ή το πολύ τον Ιούνιο.

Όπως μαθαίνουμε στο 200 μ.Χ., από τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα, πολλοί ήταν εκείνοι που τοποθετούσαν τη γέννηση του Χριστού το μήνα Μάιο. Σύμφωνα λοιπόν με τον Κλήμη, στο έργο του «Στρωματείς» αναφέρει «Εγεννήθη δε ο Κύριος ημών τω ογδόω και εικοστώ έτει, ότε πρώτον εκέλευσαν απογραφάς γενέσθαι επί Αυγούστου». Για την ημερομηνία της Γέννησης, γράφει στην συνέχεια: «Εισί δε οι περιεργότερον τη Γενέσει τού Σωτήρος ημών ου μόνον το έτος, αλλά και την ημέραν προστιθέντες, ην φάσιν έτους κη’ Αυγούστου εν Πέμπτη Παχών και εικάδι» (20 Μαΐου), δηλαδή, «Υπάρχουν κάποιοι που όχι μόνο προσδιόρισαν το έτος γέννησης του Κυρίου, αλλά και την ημερομηνία. Αυτοί υποστηρίζουν πως ο Ιησούς γεννήθηκε το 28ο έτος του Αυγούστου, την 25η μέρα του αιγυπτιακού μήνα Pachon (20 Μαΐου στο δικό μας ημερολόγιο). Όσο, όμως, και αν ακούγεται παράξενο, ο Κλήμης δεν αναφέρει πουθενά την 25η Δεκεμβρίου.

Τι ήταν το άστρο της Βηθλεέμ;
Πολλοί μελετητές έχουν προσπαθήσει να «αποκρυπτογραφήσουν» το περίφημο Άστρο της Βηθλεέμ. Με βάση αστρονομικές παρατηρήσεις, το «άστρο» δεν ήταν παρά μια σύνοδος Δία-Κρόνου ή Δία-Αφροδίτης. Το άστρο δεν ήταν στην Ανατολή όπως λανθασμένα πιστεύουν κάποιοι. Τα Ευαγγέλια αναφέρουν ότι είδαν το άστρο «εν τη ανατολή» δηλαδή στην ανατολή του, πράγμα που σημαίνει ότι το αστέρι ήταν ψηλά στον Ουρανό όλη τη νύχτα. Ανέτειλε όπως ο ήλιος και στάθηκε όπως ο ήλιος. Αυτό είναι μια από τις πέντε κύριες αστρολογικές θέσεις των Βαβυλωνίων, όταν θεωρήθηκε ότι έτσι συνέβαινε για να έχει ένα ουράνιο σώμα τη μέγιστη επιρροή του στα παγκόσμια γεγονότα.

Σε κάθε περίπτωση, είτε το 7 πχ είτε το 2 πχ οπότε έγιναν οι σύνοδοι Δία-Κρόνου ή Δία-Αφροδίτης έγιναν δύο θαυμαστά γεγονότα που μπορεί να θεωρήθηκαν σημεία για τους αστρονόμους. Στην περίπτωση Δία-Κρόνου, βλέπουμε ότι ο Δίας και ο Κρόνος ήρθαν σε στενή επαφή στον Ουρανό τρεις φορές. Στις 27 Μαΐου του 7 π.χ., σταμάτησαν απέχοντας απόσταση μία μοίρα και δύο μήνες αργότερα ήταν σε απόσταση 3 μοιρών.

Ακολούθως έκαναν σύνοδο δύο περισσότερες φορές, απέχοντας 1 μοίρα στις 6 Οκτωβρίου και στις 1 Δεκεμβρίου του 7 π.χ. προτού να απομακρυνθούν οριστικά ο ένας από τον άλλον. Ήταν αυτό που οι αστρονόμοι καλούν τριπλή σύνοδος. Ένα αστρονομικό γεγονός που συμβαίνει κάθε 20 χρόνια, έγινε τρεις φορές σε λίγους μήνες. Μάλιστα στις 25 Φεβρουαρίου ο Άρης συμμετείχε στη σύνοδο, σχηματίζοντας ένα ισοσκελές τρίγωνο με τον Δία και τον Κρόνο!

Στην περίπτωση Δία-Αφροδίτης που έγινε το 2π.Χ έγινε κάτι πραγματικά περίεργο! Ο Δίας φάνηκε να περνά μπροστά από την Αφροδίτη, να σταματά και να κινείται ανάδρομα περνώντας δεύτερη φορά από την Αφροδίτη και τελικά να ξαναβρίσκει την κανονική του πορεία και να ”προσπερνά” την Αφροδίτη για τρίτη φορά.

Με βάση τους παραπάνω αστρονομικούς υπολογισμούς και τα ιστορικά δεδομένα μπορούμε να υπολογίσουμε την ημερομηνία γέννησης του Χριστού. Εάν γεννήθηκε το 7 π.χ., όπως πολλοί θεωρούν σωστό, και εάν η θεωρία συνόδου είναι σωστή τότε αυτό δείχνει τη Γέννηση του Ιησού τον Αύγουστο ή το Σεπτέμβριο.
Παρ’ όλα αυτά δεν έχουμε κανέναν τρόπο να είμαστε βέβαιοι για την ακριβή ημέρα αλλά θα μπορούσαμε να πάρουμε την ημέρα κατά την οποία ο Δίας και ο Κρόνος όταν ήταν στον ουρανό όλη η νύχτα, την Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου του 7 π.χ.

Η ημερομηνία αυτή αντιστοιχεί στον εβραϊκό μήνα Τισρί, ο οποίος τοποθετείται από τα μέσα Σεπτεμβρίου έως στις αρχές του Οκτωβρίου. Σύμφωνα με τις Γραφές ο Ζαχαρίας, πατέρας του Ιωάννη του Πρόδρομου, ήταν ιερέας και συνάντησε τον αρχάγγελο Γαβριήλ τις ημέρες της εφημερίας του στον Ναό. Αυτό συνέβη τον μήνα Ταμμούζ (Ιούνιο-Ιούλιο). Η γυναίκα του, η Ελισάβετ, συνέλαβε όπως προανήγγειλε ο αρχάγγελος τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, έτσι όταν η Ελισάβετ βρισκόταν στον έκτο μήνα κυήσεως, πιθανώς τον μήνα Τεμπέθ (Δεκέμβριος-Ιανουάριος), ο αρχάγγελος Γαβριήλ ανήγγειλε και στην Παρθένο Μαρία ότι πρόκειται να γίνει μητέρα του Υιού του Θεού. Έτσι η γέννηση 9 μήνες αργότερα, τοποθετείται στον μηνά Τισρί, δηλαδή τον Σεπτέμβριο, που ίσως είναι ο μήνας γέννησης του Χριστού.

Όπως όλοι καταλαβαίνουμε είναι προφανές ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς την ακριβή ημερομηνία γέννησης του Ιησού. Τον 4ο αιώνα, εντούτοις, βρίσκουμε αναφορές για δύο συγκεκριμένες και μάλλον αποδεκτές ημερομηνίες, σχετικές με τη γέννηση του Ιησού: την 25η Δεκεμβρίου στη δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και την 6η Ιανουαρίου στην Ανατολή (ειδικά την Αίγυπτο και τη Μικρά Ασία). Η σύγχρονη Εκκλησία της Αρμενίας εξακολουθεί να γιορτάζει τα Χριστούγεννα την 6η Ιανουαρίου.

Πότε όμως καθιερώθηκε η εορτή των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου;
Μέχρι τις αρχές του 4ου αιώνα τα «Χριστούγεννα» σαν εορτή ήταν άγνωστη και παρά τη δημοτικότητά της σήμερα, η προέλευση των Χριστουγέννων εξακολουθεί να προκαλεί σκέψεις, καθώς δεν αναφέρεται σε κανένα αρχαίο χριστιανικό σύγγραμμα.

Από τους Ελληνιστικούς Χρόνους ήταν γνωστή μία γιορτή άγνωστης προέλευσης, το «Τριέσπερον» που είχε σχέση με το «χειμερινό ηλιοστάσιο» (22-24 Δεκεμβρίου). Σύμφωνα με τα ελληνικά έθιμα η γιορτή περιείχε «λιτανείες», χορούς και συμπόσια. Αργότερα οι Ρωμαίοι επέβαλαν δικό τους τρόπο εορτασμού προσθέτοντας και ρωμαϊκά έθιμα. Ο αυτοκράτωρ Αυρηλιανός το 274 (ένα χρόνο πριν τη δολοφονία του) θέλησε να ενώσει όλους τους λαούς με μία κεντρική διοίκηση και μία θρησκεία, Έτσι, στις 25 Δεκεμβρίου του 274 εορτάστηκε η «ημέρα της Γέννησης του Ανίκητου Ήλιου». Ήταν μια λατρεία που ένωνε το ελληνικό «τριέσπερο» με την περσική τριήμερη εορτή «Γέννηση του Μίθρα» και την αιγυπτιακή «Γέννηση του Όσιρη»). Το πρώτο επίσημο κείμενο που αναγγέλλει την κατάργηση της λατρείας του Ανίκητου Ήλιου είναι το Ρωμαϊκό «Καλεντάρι των Φιλοκαλίων» του 354 μ.Χ. γραμμένο στη Λατινική Γλώσσα που διορθώνει τη φράση «Ημέρα γέννησης του Ανίκητου Ήλιου» με τη φράση «Ο γεννηθείς Χριστός εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας».

Ο Ελληνικής καταγωγής Επίσκοπος Ρώμης Άγιος Τελεσφόρος (125-138 μ.Χ.) φαίνεται ότι έκανε μια πρώτη πρόταση να συμπεριληφθεί στις λατρευτικές εκδηλώσεις της Ρώμης, και η γέννηση του Χριστού.

Ο Πάπας Ιούλιος Α΄ (337-352) καθιέρωσε στις 25 Δεκεμβρίου επίσημα στη Ρώμη τον εορτασμό της «Χριστού Γεννήσεως» και από τότε στη Δύση είναι η σημαντικότερη εορτή. Αξιοσημείωτη λεπτομέρεια είναι πάντως ότι πρώτα προσδιορίστηκε η ημερομηνία της γέννησης του Χριστού (25 Δεκεμβρίου) και στη συνέχεια ορίστηκε η ημερομηνία της γιορτής της σύλληψης του Θεανθρώπου, ακριβώς εννέα μήνες νωρίτερα (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, 25 Μαρτίου).

πηγή

Post A Comment:

Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Push Notifications