“Όχι, παιδί μου. Δεν σ΄ αφήνω να δεις Survivor”
“Όχι, παιδί μου. Δεν σ΄ αφήνω να δεις Survivor”

Με ρωτάει αγχωμένη τι ώρα είναι. Αν μπορεί, σήμερα το βράδυ, να μην πάει για ύπνο στις εννιά, να κάτσει λίγο παραπάνω. Θέλει, λέει να δει... Survivor, όπως οι φίλες της απ' το σχολείο και τα... μεγάλα αγόρια της δευτέρας δημοτικού!

Γράφει η Ρομίνα Ξύδα

Κοκαλώνω. Σαν τους κοιλιακούς του “μαχητή” Κωνσταντίνου Βασάλου, μπλέκομαι όπως οι πλεξούδες της “διάσημης” Σόφης Πασχάλη. “Όχι, κορίτσι μου, δεν σ' αφήνω να δεις Survivor!”. Διαισθάνεται ότι το “όχι” είναι “όχι”, θυμώνει, μουτρώνει, πεισμώνει και χτυπώντας πίσω της δυνατά την πόρτα του υπνοδωματίου, μου εκσφενδονίζει την παρακάτω ρίμα: “Στον ποπό θα φας σφαλιάρα σαν τον Γιάννη τον Σπαλιάρα!”. Στέκομαι στην ίδια θέση. Παραζαλισμένη από την λεκτική βολή, αποσβολωμένη από το άγουρο ξέσπασμα, ηττημένη από τις προσπάθειες ν' αποκαλύψει όσο πιο αργά γίνεται τη βλακεία των μεγάλων.

Ανοίγει την πόρτα. Απ΄ το χέρι της δεν σέρνει την παραμικρή “συγνώμη” σε αντίθεση με τα χείλη της που μου σούρνουν ένα σωρό παράπονα – “γιατί οι άλλες μαμάδες αφήνουν τα παιδιά τους;” “εσύ γιατί είσαι τόσο αυστηρή;”- μετά της υπενθύμισης ότι “το Survivor, μαμά, είναι κατάλληλο για όλους με επιθυμητή τη γονική συναίνεση!" Της λέω πως δεν της την δίνω! Ότι η κουβέντα μας τελειώνει εδώ! Πως η απάντηση στο “γιατί;” που ετοιμάζεται να ξεστομίσει είναι ένα λιτό κι απέριττο “Έτσι!”. Αυτή τη φορά το χτύπημα της πόρτας είναι ακόμη πιο δυνατό και καθόλα απειλητικό καθώς συνοδεύεται από την φράση: “Δεν με νοιάζει! Αύριο στο σχολείο, θα μου πει η Μαρία τι έκανε ο Μπο, ο Χανταμπάκης, η Λάουρα κι ο Χούτος!”.

Δεν το πιστεύω! Δεν θέλω να πιστέψω ότι ένα τσούρμο εξάχρονων παιδιών, αντί στα διαλείμματα να τρέχουν, να πέφτουν, να γελάνε, να τσακώνονται, να πλακώνονται και να τα ξαναβρίσκουν, στέκονται σε μία άκρη του προαυλίου και συζητάνε για τον Χανταμπάκη, τον Χούτο, τους “διάσημους”, τους “μαχητές”, τους κοιλιακούς, τα οπίσθια, την πείνα, την εξαθλίωση και την τηλεοπτική μας διαστροφή. Δεν γουστάρω ν' αποδεχτώ ότι η κόρη μου ανήκει στην κλίκα της μεγάλης μας ανοησίας, δεν μπορώ να διανοηθώ ότι τα είδωλά της συντίθενται από κάποιους αργόσχολους τυπάδες και τα πρότυπά της από μερικές wannabe σταρλετίτσες.

Της χτυπάω την πόρτα. Δειλά. Δεν απαντάει. Βάζω το χέρι μου στο πόμολο και την στιγμή που το κατεβάζω, ακούω την φωνή της: “Μην έρθεις!”. Πηγαίνω. Κάθομαι δίπλα της χωρίς να μιλάω. Δύο γενιές σε αντίθετη κατεύθυνση, δύο πλανήτες σε αντίθετη τροχιά, δύο γυναίκες σε παράλληλη λατρεία. Την αγκαλιάζω. Στην αρχή απαλά, πιο μετά όσο πιο σφιχτά μπορώ κι αρχίζω να της μιλάω: “Ξέρεις, όταν ήμουν μικρή η λέξη που μισούσα περισσότερο απ' όλες να ακούω από τους μεγάλους ήταν το “έτσι”. Είχα ορκιστεί ότι εγώ δεν θα την έλεγα ποτέ στα δικά μου παιδιά. Σήμερα, στην είπα για πρώτη φορά και θέλω να σου ζητήσω μία μεγάλη συγνώμη. Δεν υπάρχει έτσι. Υπάρχουν πολλά “επειδή” στο ερώτημά του γιατί δεν σ' αφήνω να βλέπεις Survivor. Θέλεις να τ' ακούσεις;”. Κουνάει το κεφαλάκι της καταφατικά.

Δεν σ΄ αφήνω γιατί είσαι ακόμη πολύ μικρή για να ξεχωρίζεις τους ανθρώπους σε διάσημους και άσημους. Για μένα, οι πρώτοι δεν υπάρχουν καν. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι που τα καταφέρνουν από τους άλλους καλύτερα σε κάτι. Έπειτα, οι “μαχητές” δεν είναι εκείνοι που ποζάρουν μπροστά σε τηλεοπτικούς φακούς αλλά άνθρωποι καθημερινοί, σαν την μαμά και τον μπαμπά, που δουλεύουν από το πρωί μέχρι το βράδυ για να εξασφαλίσουν στα παιδιά τους ένα πιάτο φαγητό, ένα ζευγάρι παπούτσια και μια ωραία εκδρομή. Είναι αυτοί που σ' ένα δρόμο γεμάτο εμπόδια και τρικλοποδιές δεν σταματούν ποτέ να προσπαθούν και να παλεύουν για μια καλύτερη μέρα.

Είναι τα παιδάκια που παρότι η ζωή τους φέρθηκε άδικα, εκείνα συνεχίζουν να χαμογελούν. Δεν σ' αφήνω γιατί είσαι ακόμη πολύ αθώα για να γνωρίσεις τι σημαίνει ξεκατίνιασμα, κουτσομπολιό, κάρφωμα, ειρωνεία και πισώπλατα μαχαιρώματα. Δεν σ' αφήνω γιατί υπάρχουν πολύ καλύτερες εκπομπές γεμάτες από adventure αγωνίσματα και τροπικά περιβάλλοντα που αξίζει και αξίζεις να δεις. Δεν σ' αφήνω γιατί φράσεις όπως “Στον ποπό θα φας σφαλιάρα σαν τον Γιάννη τον Σπαλιάρα!” δεν είναι αστείες, αλλά χαζές. Και η κόρη μου θέλω να γίνει οτιδήποτε άλλο εκτός από χαζή.

Σηκώνει τους ώμους της απολογητικά, γέρνει το κεφαλάκι της στο στήθος μου κι ύστερα από λίγο λαγοκοιμάται στην αγκαλιά μου. Δύο γενιές σε κοινή κατεύθυνση, δύο πλανήτες σε παράλληλη τροχιά, δύο γυναίκες survivors στη ζούγκλα της βλακείας...

Post A Comment:

Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Push Notifications