Μέδουσα: Η ωραία Γοργόνα, με το θανάσιμο βλέμμα.
Μέδουσα: Η ωραία Γοργόνα, με το θανάσιμο βλέμμα.

Η Μέδουσα ήταν πανέμορφη πριν την καταραστεί η θεά Αθηνά. Την μεταμόρφωσε εξ' αιτίας τής ασέβειάς της, σε απεχθές τέρας, που αντί για μαλλιά είχε φίδια. Η ασχήμια της ήταν τέτοια και το βλέμμα της τόσο τρομερό, που όποιος τολμούσε να την κοιτάξει στο πρόσωπο πέτρωνε.

Οι θυγατέρες της Κητούς και του Φόρκυνος, (Ο Φόρκυς, γεν. Φόρκυνος ή Φόρκυος ή Φορκέα) που ο Ησίοδος τις αναφέρει αμέσως μετά τις Γραίες:Δεινώ, Ενυώ και Πεφρηδώ (και κατ' άλλους Πεμφρηδώ) είναι οι Γοργόνες, Σθενώ (ή Σθεννώ), Ευρυάλη και Μέδουσα.

Οι Γοργόνες, δέν πρέπει νά συγκρίνωνται με γριές γυναίκες, άλλα περισσότερο μέ προσωπίδες, περίπου μ' εκείνες τις μάσκες πού παρίσταναν τήν Εκάτη. Οι Γοργόνες είχαν χρυσά φτερά και χάλκινα χέρια, ισχυρούς χαυλιόδοντες, όπως οι κάπροι, και φίδια στο κεφάλι, που τυλίγονταν σαν ζώνη γύρω στο σώμα. Όποιος αντίκριζε τη φοβερή όψη τους, έχανε την αναπνοή του και γινόταν, εκεί που στεκόταν, πέτρα.

Όταν έπιθυμεί κανείς να φτάσει στις Γοργόνες, τού είναι απαραίτητες οί αδελφές τους, οί Γραίες. Γιατί πιό πέρα άπ' αυτές — όπως λέει ο Ησίοδος — κατοικούσαν οι Γοργόνες, σέ κατεύθυνση πρός τή Νύχτα, πάνω από τον ουρανό, όπου μένουν οι ευάρεστες τραγουδίστριες Εσπερίδες.

Οι Γραίες ήταν συγγενείς των Γοργόνων και οι μόνες που ήξεραν τον τόπο διαμονής τους. Ήταν όντα με αποκρουστική οψη. Τρεις γριές που είχαν ένα κωμικοτραγικό στοιχείο : επειδή είχαν ένα μάτι (και ένα δόντι), τα αντάλλασσαν μεταξύ τους. Έμεναν κοντά στον Άδη, στα δυτικά του κόσμου. Ο Περσέας τις πλησίασε αόρατος και εκμεταλλευόμενος την στιγμή της ανταλλαγής άρπαξε το μάτι τους. Οι Γραίες, γνωρίζοντας σχετικό χρησμό για την Γοργώ, με δυσκολία και υπό την απειλή ότι θα χάσουν το μάτι τους, μαρτυρούν στον ήρωα τον τόπο διαμονής της Μέδουσας.

Οί Γοργόνες ήσαν τρεις: Ή πρώτη ονομαζόταν Σθεννώ ή Σθενώ — Όνομα που έχει να κάνει με το «σθένος». Η δεύτερη ονομαζόταν Εύρυάλη, που τ' όνομά της, μας λέει πώς ανήκε στήν πλατιά θάλασσα. Αδελφές τους θεωρούνταν η Σκύλλα και η Χάρυβδις.

Σθενώ
από το ρήμα σθένω = έχω δύναμη, εξουσία, ισχύ,εξουσιάζω, είμαι ισχυρός, ενισχύω, δύναμαι, μπορώ, αντέχω.
Σθενώ είναι η δυνατή γυναίκα, η ισχυρή.

Ευρυάλη
Ευρύαλος στα αρχαία ελληνικά είναι οευρύχωρος, άπλετος, απλόχωρος, ευρύς, πλατύς, πλατύχωρος.
Η Ευρυάλη συμβόλιζε λοιπόν την πλατειά θάλασσα και την θαλάσσια απεραντοσύνη.

Μέδουσα
από το ρήμα μέδομαι =έχω κατά νου, σκέπτομαι, σχεδιάζω, μελετώ, φροντίζω.
Μέδουσα είναι η σκεπτόμενη γυναίκα.Κατ' άλλους, παράγεται από το ρήμα μέδω που σημαίνει άρχω, κυβερνώ, κυριαρχώ, προστατεύω. Μέδουσα λοιπόν ήταν η βασίλισσα, η προστάτις, η εξουσιάστρια, αυτή που έχει οριστεί να φυλάει κάτι.

Η τρίτη, λοιπόν η Μέδουσα η Γοργώ, ήταν και η πιο τρομερή απ' όλες. Γοργίδες ή Γοργάδες ήταν ονόματα των θεαινών της θάλασσας. Και γι' αυτό δεν μπορούμε νά πιστέψουμε ότι Γοργώ σήμαινε μόνο κάτι άσχημο και αποτρόπαιο, γιατί τό όνομα αυτό δινόταν και σέ μικρά κορίτσια, από τα οποία οι γονείς δεν περίμεναν βέβαια να βγει τίποτα φοβερό. Γοργώ ονομαζόταν και η γυναίκα του ένδοξου Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα.

Από τις τρεις αδελφές, η Μέδουσα μόνο ήταν θνητή. Οι άλλες δύο ήσαν αθάνατες και δεν γερνούσαν ποτέ, όπως οι άλλες θεές. Πλάι στή θνητή ξαπλωνόταν ό Ποσειδών, ο θεός μέ τα σκούρα σγουρά μαλλιά, πάνω στήν τρυφερή χλόη και στ' ανοιξιάτικα λουλούδια. Αυτή η διήγηση φέρνει την Μέδουσα πολύ κοντά στήν Περσεφόνη. Και τη βασίλισσα του κάτω κόσμου, κι αυτήν την άρπαξε ανάμεσα από τ' ανοιξιάτικα λουλούδια ένας σκοτεινός θεός και την πήγε στους νεκρούς σα νά 'ταν θνητή.

Κατά μια εκδοχή ήταν τόσο όμορφη, που ο Ποσειδώνας ήθελε να ενωθεί μαζί της. Μεταμορφωμένος σε άλογο έσμιξε μαζί της, στον ιερό χώρο της Αθηνάς. Η θεά, εξοργισμένη με το γεγονός, δεν μπορούσε να έρθει σε ρήξη με τον Ποσειδώνα και έτσι ξέσπασε πάνω στη Μέδουσα. Την μεταμόρφωσε σε απεχθές τέρας, που αντί για μαλλιά είχε φίδια. Η ασχήμια της ήταν τέτοια, που όποιος την κοιτούσε στο πρόσωπο πέτρωνε.Και κάτι που είναι αξιοσημείωτο στη Μέδουσα: Αν και ήταν «καλλιπάρειος» δηλαδή είχει όμορφα μάγουλα όπως η μητέρα της, η τεράστια Κητώ, έμοιαζε όπως και οι άλλες αδελφές της με τις Ερινύες.

Η πρώτη εμφάνιση των πλασμάτων αυτών σε κείμενα, βρίσκεται στην ελληνική μυθολογία όπου λέει ότι οι γοργόνες γεννήθηκαν από τις φλεγόμενες γαλέρες των Τρώων, όπου το ξύλο έγινε σάρκα και αίμα για τις "πράσινες κόρες της θάλασσας".
Πώς συνέβη, ώστε το κεφάλι της Γοργούς να εμφανίζεται μόνο του, σύμφωνα με μιαν εκδοχή, στον κάτω κόσμο ως αμυντικό περίαπτο της Περσεφόνης, και σύμφωνα με μιάν άλλη βεβαιωμένη από πολλές παραστάσεις, στο στήθος της Παλλάδος Αθηνάς, το πληροφορούμαστε από την ιστορία του Περσέως.

Η μητέρα του ονόμαζε αυτόν τον ήρωα Ευρυμέδοντα, ως να ήταν επίσης ο «κύριος της θάλασσας» και σύζυγος της Μεδούσης και όχι μονάχα ο φονιάς της. Ιδιαίτερα η Αθηνά τον προστάτεψε και τον οδήγησε πώς νά κερδίσει τό κεφάλι της Γοργούς. Του σύστησε, όταν βρει τη Γοργώ, να μην κοιτάζει την όψη της, αλλά το καθρέφτισμά της στη γυαλιστερή του ασπίδα.
Το ίδιο έκαναν και οι νέοι σε ορισμένες τελετές της μυήσεως, που έπρεπε να βλέπουν τη μορφή όπως καθρεφτιζόταν σε ένα αργυρό αγγείο. Έτσι μπόρεσε να δει και ο Περσεύς το κεφάλι της Γοργούς, χωρίς να την κοιτάξει κατάματα. Με το δρεπάνι που του δώρισε η Αθηνά, ο Ερμής η ο Ήφαιστος, τής έκοψε το κεφάλι.

Όταν ο ήρωας πλησίασε την Μέδουσα, αόρατος και κοιτώντας την στο καθρέφτισμα της ασπίδας του, με την βοήθεια της Αθηνάς έκοψε το κεφάλι της και το έβαλε στο σακίδιό του. Για να αποφύγει την καταδίωξη των αδελφών της Μέδουσας, πέταξε γοργά με τα φτερωτά σανδάλια του, ή κατά άλλη εκδοχή του μύθου καβαλίκεψε τον Πήγασο και έφυγε από εκείνο τον τόπο.

Από τό λαιμό της Μεδούσης ξεπετάχτηκε τό φτερωτό άλογο Πήγασος. Με τον ίδιο τρόπο βγήκε και ο Χρυσάωρ, ο ήρωας που το όνομα του σημαίνει: «εκείνος με το χρυσό σπαθί», [χρυσός + άορ = το σπαθί στην ομηρική διάλεκτο].

Τη μάσκα της κεφαλής της Μεδούσης, το γοργόνειον, το φορούσε από δω και πέρα η Αθηνά, επειδή το κεφάλι της, ακόμη και νεκρό, πέτρωνε όποιον το κοίταζε. Η θεά Αθηνά το έφερε λοιπόν πάνω στήν ασπίδα της, είτε σαν γνώρισμά της, για να πετρώνει από φόβο τους εχθρούς της, είτε στερεωμένο στό θώρακά της, την ιερή εκείνη προστατευτική γιδοπροβιά, που λεγόταν "αιγίς".(Μέχρι σήμερα υπάρχει η έκφραση "υπό την αιγίδα" που σημαίνει υπό την προστασία).

Απ' αυτό το παιδί της Γαίας, τη Γοργόνα, η Αθηνά πήρε το δέρμα. Η θεά Άρτεμις και η οργισμένη Δήμητρα επίσης — η λεγομένη Ερινύς — είχανε τη μορφή αυτή που έφερνε θανατερό φόβο. Οι πιστοί του τραγουδιστή Ορφέως χρησιμοποιούσαν τη λέξη «γοργόνειον» για την οψη της σελήνης.Πάντως, η Μέδουσα, θα λέγαμε ότι συμβολίζει το φόβο και την απόγνωση σε σχέση με τον εαυτό μας. Συμβολίζει την κακώς κείμενη αντίληψη που έχουν ορισμένοι, για το πώς φαίνονται στους άλλους και το πώς βλέπουν οι ίδιοι τον εαυτό τους στον καθρέφτη, που τις περισσότερες φορές λειτουργεί παραμορφωτικά.

Είναι τα άτομα που πάσχουν από χαμηλή αυτοεκτίμηση και έλλειψη αυτοπεποίθησης. Ίσως αυτό ήθελε να κωδικοποιήσει ο μύθος: την γυναικεία ματαιοδοξία για την εξωτερική ομορφιά, που όμως δεν γίνεται αντιληπτή από το ίδιο το υποκείμενο, το οποίο, στην αγωνιώδη του προσπάθεια να κατακτήσει την αιώνια νεότητα και το άφθαρτο κάλλος, προβαίνει σε αλλαγές πάνω του τόσο τρομακτικές καμιά φορά, που καταντάει ένα αγνώριστο τέρας!

Post A Comment:

Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Push Notifications