Άγγελοι και Δαίμονες,,, πνευματικά όντα
Άγγελοι και Δαίμονες,,, πνευματικά όντα

Όλες οι θρησκείες, αρχαίες και σύγχρονες, πρωτόγονες και εξελιγμένες, πίστεψαν με διάφορες μορφές και σε διάφορο βαθμό στην ύπαρξη κάποιων πνευματικών όντων, δυνάμεων και αρχών που μεσολαβούν ανάμεσα στο βασίλειο τού ιερού ή τού θείου -δηλ. στο βασίλειο τού υπερβατικού- και στο κοσμικό βασίλειο τού χρόνου και τού χώρου, τής αιτίας και τού αποτελέσματος.
Στις θρησκείες τής Δύσης τέτοια πνευματικά όντα, όταν θεωρούνται ως αγαθά, ονομάζονται συνήθως άγγελοr εκείνα που θεωρούνται πονηρά χαρακτηρίζονται δαίμονες.

Σε άλλες θρησκείες -ανατολικές, αρχαίες και πρωτόγονες- ο ρόλος τέτοιων ενδιάμεσων όντων είναι λιγότερο καθορισμένος, γιατί εμφανίζονται πότε ως αγαθά και πότε ως πονηρά.
Η φύση και η σημασία τους..Οι Άγγελοι

O όρος άγγελος σημαίνει στα Αρχαία Ελληνικά τον «αγγελιαφόρο», όπως και η αντίστοιχη της εβραϊκή λέξη mal'akh. Έτσι η πραγματική σημασία τής λέξης άγγελος τονίζει περισσότερο τον ρόλο αυτών τών όντων ή τη βαθμίδα που κατέχουν στην κοσμική ιεραρχία παρά την ίδια την ουσία ή τη φύση τους, πράγματα για τα οποία η λαϊκή ευλάβεια έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, προπάντων στις θρησκείες τής Δύσης. Συνεπώς το νόημα που δίνεται στους αγγέλους καθορίζεται μάλλον από το τί κάνουν παρά από το τί είναι. Όποια κι αν είναι η ουσία τους ή η έμφυτη ιδιότητα που διαθέτουν, απορρέει από τη σχέση τους με την πηγή τους (τον Θεό ή το υπέρτατο ον).

Ωστόσο, η δυτική εικονογραφία (το σύστημα τής συμβολικής εικονογραφίας) έγινε αιτία να αποδοθούν στους αγγέλους ουσιαστικά γνωρίσματα που συχνά υπερβαίνουν τις λειτουργικές τους σχέσεις με το θείο ή το ιερό και την αποστολή τους στον γήινο κόσμο. Με άλλα λόγια, η λαϊκή ευσέβεια, θρεμμένη από γραφικές και συμβολικές αναπαραστάσεις αγγέλων, είχε ώς έναν βαθμό αποδώσει ημιθεΐκές ή ακόμα και θεϊκές ιδιότητες σε διάφορες αγγελικές μορφές.

Μολονότι κάτι τέτοιο δεν τό επιδοκιμάζουν συνήθως τα δόγματα ή η θεολογία, μερικές μορφές αγγέλων, όπως ο Μίθρας (ένας Πέρσης θεός που στον ζωροαστρισμό έγινε αγγελικός μεσολαβητής ανάμεσα στον ουρανό και τη γη και κριτής και φύλακας τής δημιουργίας), πήραν τελικά θέση θεών ή ημιθέων με δική τους λατρεία.

Ο ζωροαστρισμός πίστευε στους Αμέοα Σπέντα (amesha spenta). τους θείους ή μεγαλόψυχους αθάνατους, που ήταν οι λειτουργικές όψεις ή υποστάσεις τού Αχούρα Μάζντα, τού Σοφού Κυρίου. Ένας από τους Αμέοα Σπέντα. ο Βοχού Μάνα (Vohu Manah, το Αγαθό Πνεύμα), αποκάλυψε στον Ιρανό προφήτη Ζωροάστρη (6ος π.Χ. αιώνας) τον αληθινό θεό, τη φύση τού και ένα είδος ηθικού συμβολαίου, που ο άνθρωπος μπορεί να αποδεχθεί και να τηρεί ή να τό απορρίψει και να τό αψηφά. Κατά έναν παρόμοιο τρόπο, κάπου 1.200 χρόνια αργότερα, ο άγγελος Γαβριήλ (Απεσταλμένος τού Θεού) αποκάλυψε στον Αραβα προφήτη Μωάμεθ (5ος-6ος μ.Χ. αιώνας) το Κοράνιο (την ισλαμική Αγία Γραφή) και τον αληθινό θεό (Αλλάχ), τη μοναδικότητά του και τις ηθικές και θρησκευτικές επιταγές τού ισλαμισμού.

Οι χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τον Γαβριήλ, τον αγγελιαφόρο τού θεού -το «πνεύμα τής αγιότητος» και το «πιστό πνεύμα»-είναι παρόμοιοι με εκείνους που αποδίδονται στους Αμέσα Σπέντα τού ζωροαστρισμού και στο Τρίτο πρόσωπο τής Αγίας Τριάδας (Πατήρ, Υιός και Αγιο Πνεύμα) τού χριστιανισμού. Στις μονοθεϊστικές αυτές θρησκείες (αν και ο ζωροαστρισμός εξελίχθηκε αργότερα σε δυαδισμό), όπως επίσης και στον ιουδαϊσμό, σαφέστερες είναι οι μαρτυρίες για τα λειτουργικά χαρακτηριστικά τών αγγέλων παρά για την οντολογική τους υπόσταση (ή τη φύση τού Όντος) -μολονότι σε πάμπολλες περιπτώσεις η λαϊκή ευσέβεια και ο μύθος έχουν ωραιοποιήσει τον λειτουργικό ρόλο τους. Διάφορες θρησκείες, ανάμεσα στις οποίες και πρωτόγονες, πιστεύουν σε όντα που μεσολαβούν ανάμεσα στα ιερά και τα κοσμικά βασίλεια, αλλά την πίστη αυτή τήν έχουν πληρέστερα επεξεργαστεί οι θρησκείες τής Δύσης.

Οι Δαίμονες
Ο όρος δαίμων είναι αρχαία ελληνική λέξη που σημαίνει «υπερφυσικό ον» ή «πνεύμα». Αν και ταυτιζόταν συχνά με το κακοποιό ή πονηρό πνεύμα, σήμαινε αρχικά ένα πνευματικό ον που επηρέαζε τον χαρακτήρα τού ανθρώπου.

Ένας «αγαθός δαίμων» (ένα «καλό πνεύμα»), λόγου χάρη, διαπνεόταν από αγαθές διαθέσεις στη σχέση του με τους ανθρώπους. Έτσι, ο φιλόσοφος Σωκράτης παρουσιάζει τον δικό του δαίμονα ως ένα πνεύμα που τόν ενέπνεε να αναζητά και να λέει την αλήθεια. Λίγο λίγο ο όρος έφτασε να αναφέρεται στα κατώτερα πνεύματα τού υπερφυσικού βασιλείου. τα οποία έσπρωχναν τους ανθρώπους να κάνουν πράξεις που δεν θα τούς έβγαιναν σε καλό. Η ερμηνεία που επικράτησε ήθελε τον δαίμονα ένα πονηρό πνεύμα και συνεπώς ένα πνεύμα που προαναγγέλλει το κακό, την κακοτυχία και την αναστάτωση.

Για ορισμένες πρωτόγονες θρησκείες τα πνευματικά όντα μπορούσε να είναι είτε αγαθά είτε πονηρά, ανάλογα με τις καταστάσεις που αντιμετώπιζαν τα άτομα ή η κοινότητα. Έτσι, η συνήθης ταξινόμηση που κατατάσσει τους δαίμονες ανάμεσα στα πονηρά πνεύματα δεν έχει απόλυτη ισχύ στις πρωτόγονες θρησκείες.

Πνεύματα αγαθά ή πνεύματα πονηρά μπορεί με τον καιρό να πάρουν εντελώς αντίθετη στάση. Έτσι συνέβη στην αρχαία ινδόίρανική θρησκεία, από την οποία προήλθε ο πρώιμος ζωροαστρισμός. καθώς και ο πρώιμος ινδουισμός, που αντικαθρεφτίζεται στις Βέδες (αρχαίοι ύμνοι τών Αρείων). Στον ζωροα-στρισμό οι νταίβα (daeva) θεωρούνταν πονηρά πνεύματα, αλλά το αντίστοιχο τους στον αρχαίο ινδουισμό, οι ντέβα (deva), θεωρούνταν θεοί. Οι α-χούρα (ahura) τού ζωροαστρισμού ήταν αγαθοί «Κύριοι», αλλά το ινδουιστικό τους αντίστοιχο, οι α-σούρα (asura), έχουν μεταβληθεί σε κακούς «Κυρίους». Κατά τον ίδιο περίπου τρόπο, ο Σατανάς, ο κατήγορος τών ανθρώπων στο δικαστήριο τής Θείας δικαιοσύνης στην Παλαιά Διαθήκη στο βιβλίο τού Ιώβ. έγινε ο κύριος αντίπαλος τού Χριστού στον χριστιανισμό και τού ανθρώπου στον ισλαμισμό. Πολλές τέτοιες μεταβολές μαρτυρούν πως η σαφής διάκριση ανάμεσα στους αγγέλους ως αγαθά πνεύματα και τους δαίμονες ως πονηρά πνεύματα ίσως να είναι υπερβολικά απλοϊκή, όσο κι αν κάτι τέτοιοι χαρακτηρισμοί θα μπορούσε να αποτελούν μια πολύ χρήσιμη ένδειξη γιο τις γενικές λειτουργίες παρόμοιων πνευματικών όντων.

Οι δοξασίες για αγγέλους και δαίμονες στις διάφορες αντιλήψεις περί Σύμπαντος
Επειδή ο άνθρωπος είναι ένα ον που αγωνιά για να συλλάβει τα όριά του -κάτι που τόν διαφοροποιεί από άλλα έμψυχα όντα και που καθιστά την κοινότη-τά του (συνεπώς και τον κόσμο του) διαφορετική από άλλες κοινότητες (και άλλους κόσμους)- η άπο-ψή του για το σύμπαν έχει επηρεάσει την αντίληψή του για ό,τι ονομάζουμε αγγέλους και δαίμονες. Ο κόσμος μπορεί να είναι μονιστικός για ορισμένες θρησκείες, όπως ο ινδουισμός, που βλέπει το σύμπαν ως απόλυτα ιερό ή ως στοιχείο που συμμετέχει σε μία και μοναδική θεία αρχή (τον Βράχμα ή το Ον Καθαυτό).

Μπορεί επίσης να είναι δύίστικός, όπως στον Γνωστικισμό (ένα αποκρυφιστικό θρη-σκειακό δυϊστικό σύστημα ή χριστιανικό αιρετικό κίνημα όπως θεωρείται συνήθως, που άνθησε στον ελληνορρωμάίκό κόσμο τον 1ο και 2ο μ.Χ. αιώνα), που γενικά βλέπει τον κόσμο τής ύλης ως κακό και το βασίλειο τού πνεύματος ως αγαθό. Μια τρίτη άποψη για τον κόσμο, που τή βρίσκουμε γενικά στις μονοθεϊστικές θρησκείες, ιουδαϊσμό, ζωροαστρι-σμό, χριστιανισμό και ισλαμισμό, έχει ως βάση της ένα τριμερές σύμπαν, ουράνιο, γήινο και υποχθό-νιο. Αυτή η τρίτη άποψη επηρέασε τις ιδέες τού ανθρώπου τής Δύσης για τους αγγέλους και τους δαίμονες. καθώς και τις επιστημονικές και μεταφυσικές του ιδέες.

Στην αντίληψη περί τρίμερους Σύμπαντος
Στους βιβλικούς, ελληνιστικούς και ισλαμικούς κόσμους τής σκέψης, το γήινο βασίλειο ήταν ένας κόσμος, στον οποίο ο άνθρωπος περιοριζόταν από παράγοντες όπως ο χρόνος, ο χώρος, η αιτία και το αποτέλεσμα. Το ουράνιο βασίλειο, το οποίο αποτελούσαν οι επτά ουρανοί ή σφαίρες, όπου κυριαρχούσαν οι επτά τότε γνωστοί πλανήτες, ήταν το βασίλειο τού θείου και τού πνευματικού. Το υποχθάνιο βασίλειο ήταν η περιοχή τού χάους και τών πνευματικών δυνάμεων τού σκότους. Στο υψηλότερο επίπεδο τής ουράνιας σφαίρας υπήρχε η υπέρτατη έκφραση τού θείου ή τού ιερού. π.χ. ο Γιαχβέ, ο Θεός τού ιουδαϊσμού. τού οποίου το όνομα ήταν τόσο ιερό ώστε δεν επιτρεπόταν ούτε και να τό αναφέρει κανείς· ο Βυθός. η άγνωστη αρχή, πέρα από κάθε αρχή, στον Γνωστικισμό' ο ουράνιος Πατέρας τού χριστιανισμού, γνωστός διά μέσου τού Λόγου τού (τού θείου Λόγου, τού Ιησού Χριστού) και ο Αλλάχ, ο ισχυρός, ο παντοδύναμος και ο φοβερός Θεός τού ισλαμισμού.

Για να αποκαλύψει τον προορισμό και τη μοίρα τού ανθρώπου -τού τελειότερου όντος στο γήινο βασίλειο- το υπέρτατο ον τής ουράνιας σφαίρας έκανε τον άνθρωπο, σύμφωνα με τις θεωρίες αυτές, ικανό να μάθει ποιος είναι, ποια είναι η αρχή του και ποια η μοίρα του, με τη μεσολάβηση τών ουράνιων μαντατοφόρων, τών αγγέλων.

Το μήνυμα ή η αποκάλυψη αποσκοπούσαν συνήθως σε τούτο, να αναγνωριστεί η πηγή τής απο-καλύψεως -π.χ. το υπέρτατο ον- και ότι η μοίρα τού ανθρώπου θα ήταν ανάλογη με την ανταπόκρι-σή του. Ύστερα από μια κοσμογονική ρήξη που σημειώθηκε στην ουράνια σφαίρα πριν από τη δημιουργία τού κόσμου ή την αναγγελία τής αποκαλύ-ψεως, κάποιοι άγγελοι, υποτακτικοί τού Δημιουργού, προσπάθησαν φαίνεται να ξεγελάσουν τον άνθρωπο με μια ψεύτικη αποκάλυψη ή θέλησαν ίσως να αποκαλύψουν την αλήθεια για την πραγματική φύση (ή οντότητα) τού ανθρώπου, τη γένεση και το πεπρωμένο του. Οι άγγελοι που προσπάθησαν να διαστρεβλώσουν το μήνυμα τού υπέρτατου ουράνιου όντος για να φέρουν σύγχυση στην προσπάθεια τού ανθρώπου να κατανοήσει την τωρινή πεπερασμένη κατάστασή του ως ανθρώπινου όντος ή το πεπρωμένο του ως υπεργήινου όντος -αν και δεν τούς λέμε πάντοτε δαίμονες- ενεργούν ως δυνάμεις τού κακού.

Ένας από αυτούς τους κακούς αγγέλους είναι και ο διάβολος του χριστιανισμού και ιουδαϊσμού ή ο Ιμπλίς (ο διάβολος) τού ισλαμισμού, που με τη μορφή φιδιού στη βιβλική ιστορία τού Κήπου τής Εδέμ -σύμφωνα με μεταγενέστερες ερμηνείες τού μύθου- προσπάθησε να εμποδίσει τον άνθρωπο στην προσπάθειά του να κατανοήσει τα όρια ή τους περιορισμούς του ως πλάσματος τής δημιουργίας. Αυτό τό κατόρθωσε βάζοντας τον άνθρωπο σε πειρασμό να γευτεί τον καρπό τού δέντρου τής γνώσης τού καλού και τού κακού, ώστε να μπορέσει να γίνει όμοιος με τον Θεό (ή με τα θεία όντα τής ουράνιας αυλής).

Στον ζωροαστρισμό. το Κακό Πνεύμα, ο Αγκρα Μαϊνιού (Angra Mainyu. αργότερα Αριμάν), προσπάθησε -με τη βοήθεια υποτακτικών πνευμάτων, όπως το Κακό Πνεύμα, το Ψέμα και η Αλαζονεία- να εξαπατήσει τον χοϊκό άνθρωπο ώστε να διαλέξει μια μοίρα που τόν καταδίκαζε να τιμωρείται στα υποχθόνια. μέσα σε ένα φλεγόμενο βάραθρο. Στο τέλος τού 16ου αιώνα, όταν σημειώθηκε η κοπερνίκεια επανάσταση (βασισμένη στις θεωρίες τού Πολωνού αστρονόμου Κοπέρνικου), στα πλαίσια τής οποίας η άποψη τού ανθρώπου για τον κόσμο άλλαξε ριζικά -π.χ. η Γη έπαψε πια να θεωρείται το κέντρο τού σύμπαντος κι έγινε ο πλανήτης ενός ηλιακού συστήματος, που δεν είναι παρά ασήμαντο τμήμα κάποιου γαλαξία σε ένα καθώς φαίνεται απέραντο σύμπαν- οι ιδέες για αγγέλους και δαίμονες δεν φαίνονταν πια να έχουν τη θέση τους. Ο τριμερής κόσμος -επάνω ο Ουρανός, στη μέση η Γη και κάτω η Κόλαση- ήταν πια ένας αναχρονισμός. Με την εμφάνιση πάντως τής σύγχρονης δυτικής ψυχολογίας και τών ψυχαναλυτικών ερευνών στον 19ο και 20ό αιώνα, οι αρχές, πάνω στις οποίες στηρίζεται η πίστη για τους αγγέλους και τους δαίμονες. πήραν καινούργια σημασία. Πολλοί χριστιανοί θεολόγοι βρήκαν ότι μερικές από τις απόψεις τής ψυχαναλύσεως βοηθούσαν για μια νέα ερμηνεία τής σημασίας που κρύβεται στις πρωτόγονες και παραδοσιακές δοξασίες για αγγέλους και δαίμονες.

Ο τριμερής κόσμος βρήκε τον νέο μύθο του στην αντίληψη για μια τριμερή δομή τής προσωπικότητας -το υπερεγώ (τους περιοριστικούς κοινωνικούς κανόνες, χάρη στους οποίους ο άνθρωπος μπορεί να ζει ως κοινωνικό ον), το εγώ (η συνειδητή πλευρά τού ανθρώπου) και το «εκείνο» ή η λίμπιντο (ένα καζάνι με επιθυμίες που βράζει και κοχλάζει, έτοιμο πάντα να εκραγεί κάτω από το κατώφλι τής συνειδήσεως). Έτσι οι δαίμονες -κατά την ερμηνεία αυτή- θα μπορούσε κάλλιστα να οριστούν ως προβολές τών ανεξέλεγκτων ορμών τού ανθρώπου, που τόν ωθούν να ενεργεί σύμφωνα με τις προσωπικές εγωιστικές του επιθυμίες, χωρίς να λογαριάζει ποια αποτελέσματα θα έχουν στους άλλους ανθρώπους. Από μια κοινωνική άποψη τού θέματος, θα μπορούσε επίσης να οριστούν ως οι δυνάμεις τού περιβάλλοντος και τής κληρονομικότητας, που σπρώχνουν τον άνθρωπο να ενεργεί, να σκέφτεται και να μιλά αντίθετα με το καλό το δικό του και τής κοινότητάς του.

Ένας σύγχρονος Γάλλος συγγραφέας, ο Ντενί ντε Ρουζμόν, στο βιβλίο του Ο Κλήρος τού Διαβόλου (La part du diable) υποστηρίζει ότι ο διάβολος και οι δαιμονικές δυνάμεις που βασανίζουν τον σύγχρονο κόσμο μπορεί πολύ καλά να φανερώνονται με την επιστροφή τού σύγχρονου ανθρώπου στη βαρβαρότητα και με την έλλειψη ανθρωπιάς που διακρίνει τις σχέσεις ανθρώπου προς άνθρωπο. Τον 2ο μ.Χ. αιώνα ο Κλήμης ο Αλεξαν-δρεύς. χριστιανός φιλόσοφος και θεολόγος, έκλινε προς μια ψυχολογική ερμηνεία τών δαιμονικών δυνάμεων λέγοντας ότι ο άνθρωπος συχνά αιχμαλωτιζόταν από τις εσωτερικές ορμές τών παθών του και τών σαρκικών του επιθυμιών. Ο φροϋδικός «μύθος» τής ανθρώπινης προσωπικότητας και άλλες ψυχολογικές μελέτες έδωσαν έτσι μια νέα διάσταση στη μελέτη τών αγγέλων και τών δαιμόνων. Η μεσαιωνική εικονογραφία, η οποία γραφικά απεικόνιζε αγγέλους και δαίμονες σαν υβριδικά πλάσματα, που πολλές φορές ήταν πρόκληση ακόμη και για την πιο ζωηρή φαντασία όποιων τά κοίταζαν, έχει παραμεριστεί από έναν ψυχολογικό, ψυχαναλυτικό και σύγχρονο μυθολογικό συμβολισμό, συνδυασμένο με τον θεολογικό στοχασμό.

Στην αντίληψη περί δυϊστικού Σύμπαντος
Οι θρησκευτικές παραδόσεις που βλέπουν το σύμπαν κατά τρόπο δυϊστικό, όπως ο Γνωστικισμός. θεωρούσαν τους αγγέλους ως ουράνια όντα που ασκούσαν έλεγχο σε κάποιες σφαίρες, μέσα από τις οποίες έπρεπε να περάσει η ψυχή μόλις απελευθερωνόταν από τα δεσμά τής υλικής τής υπάρξεως. Αναγκαία προύπόθεση για να επιτύχει ο πιστός την τελική ένωση με την υπέρτατη πνευματική πραγματικότητα ήταν να ξέρει αυτούς τους αγγέλους και τα ονόματά τους.

Σε διάφορους καταλόγους τών επτά αγγέλων που κυβερνούν τις επτά πλανητικές σφαίρες υπάρχουν ο Γαβριήλ, ο Αδωνάι (Κύριος), ο Αριήλ (το λιοντάρι τού Θεού) κ.ά. Ο άγγελος τής δημιουργίας τού κόσμου τής ύλης, ο Γιαχβέ (που μερικές φορές τόν αποκαλούν ο Δημιουργός, ο Πλάστης), ήταν κακός στη θεωρία τών Γνωστικών, όχι μόνο γιατί ήταν ο Δημιουργός αλλά και γιατί προσπάθησε να εμποδίσει τους πνευματικούς ανθρώπους να καταλάβουν την αληθινή αρχή, φύση και μοίρα τους.

Ο Μανιχαϊσμός, μια δυίστική θρησκεία που ιδρύθηκε τον 3ο μ.Χ. αιώνα από τον Μάνητα, έναν Ιρανό προφήτη, χώρισε τον κόσμο, όπως κι ο Γνω-στικισμός, σε δύο σφαίρες, στο Καλό (το Φως) και στο Κακό (το Σκοτάδι). Αυτές οι δυο αρχές συνυπάρχουν στον κόσμο τής ύλης και αντικειμενικός σκοπός τού ανθρώπου είναι, για να σωθεί, να ξεχωρίσει το υλικό από το πνευματικό, έτσι που να μπορεί να φτάσει σε κατάσταση απόλυτης καλοσύνης. Στην πιο υψηλή θέση τής ουράνιας ιεραρχίας βρίσκονται τα δώδεκα φωτεινά διαδήματα τού Πατέρα τού Μεγαλείου και οι Δώδεκα Αιώνες, οι «πρωτόπλαστοι» -μορφές αγγέλων που χωρίζονται τρεις τρεις σε ομάδες και περιβάλλουν το Υπέρτατο Ον στα τέσσερα τέταρτα τών ουρανών. Επειδή ο Διάβολος, ο Άρχων τού Σκότους, διεκδικεί τις προνομίες τού Βασιλείου τού Φωτός, σε κάποια μάχη που επακολούθησε ανάμεσα στις ουράνιες δυνάμεις, το Φως κοι το Σκότος αναμίχθηκαν και δημιουργήθηκε ο κόσμος τής ύλης και τού πνεύματος.

Ο άνθρωπος, αγνοώντας την πνευματική του φύση και μπαίνοντας διαρκώς σε πειρασμό από τους δαίμονες τού Αρχοντα τού Σκότους, καταλαβαίνει τελικά την αληθινή του φύση χάρη στις ενέργειες κάποιων αγγελικών όντων που λέγονται Φίλοι τού Φωτός και τού Ζώντος Πνεύματος και τών πέντε βοηθών του: τον Κύριο τού Μεγαλείου, τον Βασιλέα τής Τιμής, το Φως τού Ανθρώπου, τον Βασιλέα τής Δόξας και τον Προστάτη.

Στην αντίληψη περί μονιστικου Σύμπαντος
Εκείνοι που θεωρούν τον κόσμο ως βασικά μονιστι-κό -όπως ο ινδουισμός, ο ζαϊνισμός και ο βουδισμός- γενικά δεν πιστεύουν σε αγγέλους που έχουν κύρια αποστολή την αποκάλυψη τής αλήθειας. Αστή είναι η αποστολή άλλων όντων, όπως οι αβα-τάρα (ενσαρκώσεις θεών) στον ινδουισμό, οι τιρ-χανκάρα (άγιοι ή προφήτες) στον ζαϊνισμό και οι μποντισάτβα (αυτοί που πρόκειται να γίνουν Βούδες) στον βουδισμό.

Επειδή όλες οι τέτοιου είδους μορφές θεωρούνται μάλλον ως πρότυπα άγιας ζωής παρά ως πηγές αποκαλύψεως (εκτός από την περίπτωση ορισμένων αβατάρα και μποντισάτβα). δεν πρέπει να εξετάζονται σύμφωνα με τις τυπικές δυτικές αντιλήψεις για τα αγγελικά όντα. Αυτές οι θρησκείες έχουν πλήθος δοξασίες για τους δαίμονες.

Η πίστη σε δαίμονες ως κοινό στοιχείο όλων τών θρησκευτικών ή μυθολογικών αντιλήψεων περί ΣύμπαντοςΗ πίστη σε δαίμονες δεν έχει σχέση με καμιά ειδική αντίληψη περί κόσμου. Οι δαίμονες έχουν έναν ευρύτατο ρόλο, γεωγραφικό και ιστορικό, ως πνευματικά όντα που επηρεάζουν τον άνθρωπο στη σχέση του με το ιερό ή το άγιο. Μπορεί να είναι όντα η-μιανθρώπινα, μη ανθρώπινα ή φαντάσματα ανθρώπινων όντων, που για διάφορους λόγους προσπαθούν γενικά να εξαναγκάσουν τον άνθρωπο να μην πραγματοποιήσει τις πιο υψηλές του φιλοδοξίες ή να μην ασκεί δραστηριότητες απαραίτητες για την ευτυχία του στην καθημερινή ζωή. Ο αρχαίος ασσυριακός δαίμονας ραμπίσου (rabisu) είναι προφανώς κλασικό πρότυπο υπερφυσικού όντος που ενέπνεε τέτοιο φόβο στους ανθρώπους, ώστε κυριολεκτικά σηκωνόταν η τρίχα τους όταν πίστευαν ότι ένιωθαν την παρουσία του.

Τον 17ο αιώνα στην Ευρώπη, κατέτασσαν τους δαίμονες ανάλογα με τη δύναμη που είχαν να παρασύρουν τους ανθρώπους να ενδώσουν σε ό,τι αποκαλούσαν κατώτερα ένστικτα ή επιθυμίες. Σ' αυτούς τους καταλόγους συμπεριλαμβάνονταν εφιαλτικοί δαίμονες που γεννιούνταν από το σπέρμα τής συνουσίας και δαίμονες που ξεγελούσαν τους ανθρώπους και τούς έκαναν να πιστεύουν πως μπορούσαν να μεταφερθούν πετώντας νύχτα σε τόπους όπου γίνονταν μαγικές τελετουργίες. Σύμφωνα με μερικές αυθεντίες τού 20ού αιώνα (καθώς και με μερικούς παλαιούς χριστιανούς απολογητές), οι δήθεν δαίμονες τών επικρατέστερων θρησκειών τού κόσμου είναι οι πρώην θεοί ή τα πνεύματα που καθαιρέθηκαν ή παραμερίστηκαν από τις θρησκευτικές δοξασίες ενός κατακτητή λαού. Έτσι οι τευτο-νικοί, σλαβικοί, κελτικοί ή ρωμαϊκοί θεοί είτε ξέπεσαν σε δαίμονες ανταγωνιστές τού Χριστού, τών αγίων του ή τών αγγέλων του είτε αφομοιώθηκαν στη λατρεία άγιων μορφών τού χριστιανισμού. Οι οπαδοί τών αρχαίων αλλά χωρίς πια επιρροή θεοτήτων συχνά υποβάλλονταν σε διωγμούς ως υποστηρικτές τής μαγείας, ειδικά στη χριστιανική Ευρώπη (βλ. μαγεία).

Post A Comment:

Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Push Notifications